Νομικοί κύκλοι αναφέρουν ότι δεν τεκμηριώνονται τα
αδικήματα για την έκδοσή τους, ενώ ακόμα και η περιληφθείσα τουρκική έκθεση
εμπειρογνωμοσύνης είναι διάτρητη
*...οι οχτώ Τούρκοι στρατιωτικοί έπραξαν όπως θα
έπρατταν όλοι οι στρατιωτικοί που δεν θα ήθελαν να αποκαλύψουν στρατιωτικά
δεδομένα της πατρίδας τους σε μία άλλη χώρα
«Τρύπες» στον φάκελο
των 86 σελίδων τον οποίο έχει στείλει στις ελληνικές αρχές η Άγκυρα και αξιώνει
την έκδοση των οχτώ Τούρκων αξιωματικών.
Χωρίς σοβαρά
αποδεικτικά στοιχεία η Τουρκία του Ερντογάν θέλει την έκδοση των 6 Τούρκων αξιωματικών μόνο και μόνο για
επικοινωνιακούς λόγους αλλά και για να «παίξει»… ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΗΣ της περιοχής,
εκβιάζοντας μια Ευρωπαϊκή και δημοκρατική χώρα.
Αναλυτικά:
Σύμφωνα με τον «Ελεύθερο Τύπο» νομικοί κύκλοι αναφέρουν ότι
δεν τεκμηριώνονται τα αδικήματα, ενώ ακόμα και η περιληφθείσα τουρκική έκθεση
εμπειρογνωμοσύνης αναφέρει ότι «για να εντοπιστούν το δρομολόγιο, οι ώρες
λειτουργίας του κινητήρα και το ιστορικό πτήσεων είναι ωφέλιμο να διενεργηθεί
ποιο αναλυτική εξέταση επί των συστημάτων». Ενδεικτικό είναι, επίσης, ότι δεν
παρέχονται αποδεικτικά στοιχεία από την ανάλυση των κλήσεων που έκαναν οι οχτώ
αξιωματικοί το βράδυ του πραξικοπήματος, ενώ γίνεται παραδοχή ότι «τα
ελικόπτερα που χρησιμοποίησαν ήταν μεταφορών γενικής χρήσης».
Τα τρία βασικά
στοιχεία στα οποία βασίζεται η τουρκική πλευρά είναι:
1)Η επικοινωνία
των οχτώ Τούρκων στρατιωτικών με τον Αντισυνταγματάρχη Πιλότο Αεροπορίας
Στρατού ο οποίος συνελήφθη από Τούρκους αστυνομικούς κατηγορούμενος για την
απόπειρα δολοφονίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.. Όταν οι ύποπτοι θέλησαν να
πάρουν πίσω τους άνδρες τους η ομάδα ασφαλείας του Προέδρου άνοιξαν πυρ
εναντίον του ελικοπτέρου. Στη συνέχεια, το ελικόπτερο προσγειώθηκε στο
στρατιωτικό αεροδρόμιο στην επαρχία Τσιγλί και συνελήφθησαν εκεί», αναφέρεται
στον φάκελο. Από την πλευρά τους οι οχτώ Τούρκοι απαντούν στις ελληνικές Αρχές
ότι «ο Αντισυνταγματάρχης ήταν ο προϊστάμενος μας και είναι φυσιολογικό να τον
καλέσουμε μία τέτοια ημέρα στο τηλέφωνο αφού δεν απαντούσε στον ασύρματο. Είναι
ο άνθρωπος που μας έδωσε εντολή για περισυλλογή τραυματιών». Ισχυρίζονται,
επίσης, ότι δεν μίλησαν ποτέ τελικά μαζί του γιατί δεν σήκωσε το τηλέφωνο. Η
τουρκική πλευρά δεν έχει προσκομίσει στοιχεία που να δείχνουν διάρκεια κλήσεων,
συνεπώς δεν αποδεικνύεται πουθενά στον φάκελο ότι μίλησαν μαζί του.
2) Στο ίδιο μήκος
κύματος αναφέρονται και οι επικοινωνίες που είχαν μεταξύ τους οι οχτώ
αξιωματικοί την ημέρα του πραξικοπήματος του περασμένου Ιουλίου: «Σύμφωνα
με την έκθεση που συντάχθηκε από τη Διεύθυνση Τηλεπικοινωνιών και σύμφωνα με τα
γραφικά των στοιχείων εκπομπών σημάτων από τους σταθμούς βάσης των κινητών
τηλεφώνων, διαπιστώθηκε ότι οι ύποπτοι αν και υπηρετούσαν σε διαφορετικές
μονάδες είχαν πολλές τηλεφωνικές συνομιλίες μεταξύ τους».
Οι ίδιοι ισχυρίζονται, ωστόσο, ότι εφόσον επιχειρούσαν μαζί
για τη περισυλλογή τραυματιών είναι φυσιολογικό να επικοινωνούσαν μεταξύ τους.
3)Ως επιχείρημα
προβάλλεται και «το σβήσιμο όλων των στρατιωτικών κωδικών και των στοιχείων
πτήσεων μετά την προσγείωση του ελικοπτέρου στην Αλεξανδρούπολη», στοιχείο,
όμως, που αποδίδεται σε «πληροφορίες του προσωπικού της μονάδας». Και
προσθέτουν: «Στην έκθεση
εμπειρογνωμοσύνης, μετά την εξέταση του ελικοπτέρου, διαπιστώθηκε ότι η συσκευή
αυτοταυτοποίησης αεροπορικού μέσου που εκπέμπει πληροφορίες υψόμετρων MOD C, η οποία
είναι τμήμα του συστήματος αναμετάδοσης και πρέπει να βρίσκεται στο ηλεκτρονικό
τμήμα στο μπροστινό μέρος του ελικοπτέρου, είχε αφαιρεθεί».
Ο κ. Χρίστος Μυλωνόπουλος, δικηγόρος των Τούρκων
στρατιωτικών και καθηγητής Νομικής, απαντά μιλώντας στον «ΕΤ» της Κυριακής ότι
«οι οχτώ στρατιωτικοί έπραξαν όπως θα έπρατταν όλοι οι στρατιωτικοί που δεν θα
ήθελαν να αποκαλύψουν στρατιωτικά δεδομένα της πατρίδας τους σε μία άλλη χώρα.
Πριν προσγειωθούν στην Ελλάδα έσβησαν και αφαίρεσαν όλα αυτά που θα μπορούσαν
να προδώσουν πράγματα στις ελληνικές Αρχές. Αν δεν τα αφαιρούσαν θα ήταν
κατηγορούμενοι για αποκάλυψη στρατιωτικών μυστικών». Οι κατηγορίες που
προσάπτει η Τουρκία στους οχτώ είναι: Απόπειρα δολοφονίας κατά του Ερντογάν,
κατάλυση πολιτεύματος και κατάλυση του Κοινοβουλίου και αρπαγή ελικοπτέρου.
Στον φάκελο αναγράφεται: «Είδος και χρόνος ποινής που προβλέπεται από το νόμο για το έγκλημα: Η
ποινή που καταλογίζεται για τους υπόπτους είναι ποινή φυλάκισης πέντε ετών και
ποινή επιβαρημένη ισόβιας κάθειρξης», ενώ στην παράγραφο με τίτλο
«εγγυήσεις» αναφέρεται ότι «μετά την έκδοση σε περίπτωση εξιχνίασης εγκλήματος
που άπτεται της τουρκικής δικαστικής δικαιοδοσίας και διαπράχθηκε πριν από την
ημερομηνία έκδοσης, τότε σύμφωνα με τον «κανόνα ιδιαιτερότητας» θα ζητηθεί
συγκατάθεση των αρμόδιων Αρχών της Ελλάδας για την εκδίκαση των υπόπτων για το
έγκλημα αυτό». Για να καταφέρει την έκδοση η τουρκική πλευρά υποστηρίζει ότι
«τα εγκλήματα που καταλογίζονται στους υπόπτους δεν είναι πολιτικής και
στρατιωτικής φύσης. Εξάλλου στη διάταξη της 3ης παραγράφου της Ευρωπαϊκής
Σύμβασης περί έκδοσης εγκληματιών αναφέρεται ότι η απόπειρα δολοφονίας κατά
προέδρου Κράτους ή κατά μελών της οικογένειάς τους δεν θεωρείται πολιτικό
έγκλημα». Ο κ. Μυλωνόπουλος από την πλευρά του υποστηρίζει ότι κάθε απόφαση για
έκδοση δεν είναι νόμιμη: «Οι δύο από τις τρεις πράξεις για τις οποίες
κατηγορούνται (κατάλυση πολιτεύματος και κατάλυση του Κοινοβουλίου) δεν είναι
αξιόποινες κατά το ελληνικό δίκαιο και
δεν τιμωρούνται, διότι το Ελληνικό Δίκαιο τιμωρεί την κατάλυση του ελληνικού
πολιτεύματος και κοινοβουλίου (και όχι ξένων χωρών) ελλείψει τουρκικής διάταξης
για αμοιβαιότητα. Ως προς την τρίτη αξιόποινη πράξη για την οποία εκδίδονται,
δηλαδή την αρπαγή του ελικοπτέρου, πρόκειται για πράξη που θεωρείται
στρατιωτικό έγκλημα. Η έκδοση για στρατιωτικά εγκλήματα κατά την Ευρωπαϊκή
σύμβαση εκδόσεως απαγορεύεται. Άρα το μόνο αίτημα το οποίο είναι νόμιμο τυπικά
είναι μόνο η απόπειρα δολοφονίας κατά του προέδρου Ερντογάν. Σε αυτή την
περίπτωση όμως δεν επιτρέπεται η έκδοσή τους, διότι είναι βέβαιο ότι θα κινδυνέψει η ζωή τους από
βασανιστήρια. Σημειωτέων ότι για αυτήν την πράξη δεν έχει χορηγηθεί έκδοση».