Τον ισχυρισμό ότι οι εκτάσεις στη Βιστωνίδα της ανήκουν με βάση αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα επανέλαβε και πάλι η Μονή Βατοπεδίου*Ευνοϊκή απόφαση για το ιδιοκτησιακό καθεστώς της λίμνης Βιστωνίδας επιδιώκουν οι μοναχοί ζητώντας να ακυρωθεί η απόφαση Α. Μπέζα, με την οποία ανακλήθηκαν οι αποφάσεις Γ. Δρυ και Α. ΦωτιάδηΤην «υφαρπαγή» μιας ευνοϊκής για εκείνη απόφασης από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας επιδιώκει εμμέσως πλην σαφώς η Ι. Μονή Βατοπεδίου σχετικά με το ιδιοκτησιακό καθεστώς της λίμνης Βιστωνίδας και των τεράστιων παραλίμνιων εκτάσεων, μολονότι το επίμαχο ζήτημα εκκρεμεί προς επίλυση στα αστικά δικαστήρια της Αθήνας και της Θράκης.
Τον ισχυρισμό ότι οι εκτάσεις στη Βιστωνίδα της ανήκουν με βάση αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα επανέλαβε και πάλι η Μονή ΒατοπεδίουΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΣτΕ
Την περασμένη Παρασκευή εκδικάστηκε στην Ολομέλεια του ΣτΕ προσφυγή της Μονής, που ζητεί να ακυρωθεί απόφαση του τ. υφυπουργού Οικονομικών Α. Μπέζα, με την οποία ανακλήθηκαν υπουργικές αποφάσεις επί ΠΑΣΟΚ (1999 και 2002 των Γ. Δρυ και Α. Φωτιάδη), που δέχτηκαν τις ευνοϊκές για τη Μονή γνωμοδοτήσεις του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων.Με αφορμή την προσφυγή αυτή, η Μονή βρήκε την ευκαιρία να ζητήσει ουσιαστικά από το ΣτΕ, ακυρώνοντας την υπουργική ανάκληση, να αποδεχτεί τη νομιμότητα των γνωμοδοτήσεων υπέρ της και να ενισχύσει τη θέση της στο ιδιοκτησιακό ζήτημα. Χθες επανέλαβε τον ισχυρισμό ότι όλα τα ακίνητα της ανήκουν με βάση και τα αυτοκρατορικά χρυσόβουλλα, τα πατριαρχικά σιγίλια, μαρτυρικές καταθέσεις κ.λπ., υποστηρίζοντας μάλιστα ότι ακόμα και αν κάποιες εκτάσεις θεωρούνται κοινόχρηστες, το γεγονός αυτό δεν εμποδίζει την ύπαρξη του ιδιοκτησιακού δικαιώματός της.
Η ανακλητική υπουργική απόφαση επί ΝΔ προκάλεσε αίσθηση γιατί είναι «λειψή», αφού ανακάλεσε μόνο τις υπουργικές αποφάσεις επί ΠΑΣΟΚ και όχι και τις γνωστές υπουργικές αποφάσεις επί ΝΔ το 2004, με τις οποίες έγινε οριστικά αποδεκτή η γνωμοδότηση του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου και επιχειρήθηκε να «κλείσει» η γνωστή δίκη στο Πρωτοδικείο Θράκης, που όπως αποδείχτηκε μετέπειτα, δικαίωσε το Δημόσιο.
Το αξιοπερίεργο είναι ότι και η ίδια η Μονή σε υπομνήματά της προς τον Αρειο Πάγο παραδέχτηκε ότι πήρε οριστικά την κυριότητα μετά την υπουργική απόφαση του 2004, την οποία όμως η προηγούμενη κυβέρνηση «ξέχασε» να ανακαλέσει.
Με «πάτημα» στη «λειψή» αυτή ανάκληση, η Μονή διά του συνηγόρου της συνταγματολόγου Φ. Σπυρόπουλου επεσήμανε προβλήματα στην αιτιολογία της υπουργικής απόφασης.
ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ
ΠΩΣ ΑΝΤΙΔΡΑ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ
Την επιχειρηματολογία του Φ. Σπυρόπουλου υπέρ της ιδιοκτησίας της Μονής και την άποψη ότι η κοινοχρησία δεν είναι ασύμβατη με τα ιδιοκτησιακά της δικαιώματα, αντέκρουσαν οι νομικοί σύμβουλοι του Δημοσίου και της ΚΕΔ (Κτηματικής Εταιρείας του Δημοσίου). Και οι δύο ζήτησαν να απορριφθεί η προσφυγή, τονίζοντας ότι το ιδιοκτησιακό είναι καθαρά αστική διαφορά που εκκρεμεί στα αστικά δικαστήρια, επισημαίνοντας και την αγωγή που πρόσφατα υπέβαλε το Δημόσιο κατά της Μονής. Η απόφαση αναμένεται με εξαιρετικό ενδιαφέρον σε 2-3 μήνες, καθώς από το ιδιοκτησιακό θα επηρεαστεί και η διερεύνηση των ποινικών ευθυνών των μη πολιτικών προσώπων (μοναχών, συμβολαιογράφων, μελών ΚΕΔ κ.ά.).ΠΩΣ ΑΝΤΙΔΡΑ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ
«Έθνος»