ΖΗΤΟΥΝ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΤΗΣ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑΣ!
Απίστευτη «σκευωρία» στην ονομαστική ψηφοφορία για το Βατοπαίδι καταγγέλλουν τα δύο κόμματα της Αριστεράς δείχνοντας… ΠΑΣΟΚ!
Απίστευτη «σκευωρία» στην ονομαστική ψηφοφορία για το Βατοπαίδι καταγγέλλουν τα δύο κόμματα της Αριστεράς δείχνοντας… ΠΑΣΟΚ με δηλώσεις των εκπροσώπων τους στην Εξεταστική Επιτροπή, αναφερόμενοι στις «παραπομπές» των πρώην Υπουργών Αλέξανδρου Κοντού και Μπασιάκου!
Την ίδια στιγμή, βουλευτές του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και μέλη της προανακριτικής επιτροπής καυτηρίασαν ειρωνικά την παραπομπή τονίζοντας επί λέξει«Η πολιτική και νομική σκευωρία του ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε. Από τους 5 Υπουργούς φτάσαμε στους 3 και για τους 3 έμεινε το ένα αδίκημα και αυτό κολοβό», επεσήμαναν χαρακτηριστικά, ενώ η Ν.Δ. έθεσε ήδη θέμα επανάληψης της ψηφοφορίας της Βουλής .
Ο Κ. Τζαβάρας σε τοποθέτησή του στη Βουλή επεσήμανε μάλιστα ειρωνικά ότι οι 3 υπουργοί που παραπέμπονται, με άλλο… αδίκημα (!!!) από αυτό που ανέφεραν ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ.
ΑΙΣΘΗΣΗ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
Αίσθηση όμως προκαλούν και οι καταγγελίες αποκαλύψεις του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Θοδωρής Δρίτσας, Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος, Εισηγητής – Βουλευτής του ΣΥ.ΡΙΖ.Α, μέλος της Εξεταστικής Επιτροπής για το Βατοπέδι έκανε την ακόλουθη δήλωση, σχετικά με τη χθεσινή ονομαστική ψηφοφορία για την ψήφιση του πορίσματος της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής «για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης κατά πρώην Υπουργών για την ενδεχόμενη τέλεση αδικημάτων, σχετικά με την υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου»:«Από το πόρισμα που συντάξαμε προκύπτει σαφώς για ποιες πράξεις και για ποια πρόσωπα προτείνουμε την άσκηση ποινικής δίωξης διά της παραπομπής στο Δικαστικό Συμβούλιο.
Αναπτύξαμε και προφορικά την πρότασή μας κατά την ειδική συνεδρίαση της Βουλής, χθες, 16.11.2010.
Πλην όμως, στα ψηφοδέλτια που διανεμήθηκαν για τη ψηφοφορία ήταν κατά τέτοιο τρόπο διατυπωμένες οι καταγγελλόμενες πράξεις, ώστε να υποχρεωθώ εκ μέρους και των άλλων μελών της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., παρά το γεγονός ότι η ψηφοφορία είναι μυστική σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής, να αιτιολογήσω τη ψήφο μας όπως ήταν διατυπωμένη στο Πόρισμα μου, αφού κάθε διαγραφή ή διευκρίνιση στο ψηφοδέλτιο θα το καθιστούσε άκυρο, γεγονός που δεν επιθυμούσαμε. Το ίδιο έκανε και ο Εισηγητής του ΚΚΕ κ. Αντ. Σκυλάκος.
Και καταλήγει ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, αφήνοντας έκθετους τους συναδέλφους του, του ΠΑΣΟΚ!
«Η πλημμέλεια αυτή παράγει συνέπειες, λόγω και του οριακού αριθμού των ψήφων που έλαβαν οι καταγγελλόμενες πράξεις για τα συγκεκριμένα πρόσωπα, δεδομένου ότι η αντικειμενική υπόσταση της περιγραφόμενης πράξης με αριθμό 2, και με τον τίτλο αυτουργία και συναυτουργία, για τους κ.κ. Μπασιάκο, Κοντό και Δούκα, δεν είναι τελικώς αυτή του άρθρου 390 ΠΚ, όπως αναντίστοιχα και αβάσιμα αναφέρεται. Εμείς επιπρόσθετα στο πόρισμά μας δεν έχουμε αποδεχθεί οποιαδήποτε μορφή συναυτουργίας για τους παραπάνω εγκαλούμενους.
Είμαι υποχρεωμένος κατά συνέπεια να δηλώσω ότι οι βουλευτές του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δεν ταυτιζόμαστε με το αντιφατικό περιεχόμενο αυτής της απόφασης που ελήφθη στην Ειδική Συνεδρίαση της Βουλής, της 16ης Νοεμβρίου 2010. Οι αρχές του Κράτους Δικαίου ή όσες έχουν απομείνει, με ευθύνη του δικομματισμού και των επιλογών του τα τελευταία είκοσι χρόνια, δεν θυσιάζονται στο όνομα καμιάς σκοπιμότητας. Μετά από αυτήν την εξέλιξη τις επόμενες μέρες θα καθορίσουμε την περαιτέρω στάση μας».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΝΤΟΣ:
ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΗΤΑΝ ΤΕΛΙΚΑ… ΣΚΕΥΩΡΙΑ! ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ Ν. ΞΑΝΘΗΣ
Οργίλη και έντονο ωστόσο ήταν και η αντίδραση του βουλευτής Ξάνθης και πρ. Υπουργού κ. Αλέξανδρου Κοντού που δήλωσε τα εξής αναφερόμενος στην παραμπομπή τουΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΗΤΑΝ ΤΕΛΙΚΑ… ΣΚΕΥΩΡΙΑ! ΒΟΥΛΕΥΤΗΣ Ν. ΞΑΝΘΗΣ
«Η συζήτηση και ψηφοφορία στη Βουλή επί του πορίσματος της πλειοψηφίας για την υπόθεση Βατοπαιδίου και την παραπομπή μου ή μη στο Δικαστικό Συμβούλιο αποτελούν ντροπή για τον πολιτικό μας πολιτισμό και τη Δημοκρατία και αποκαλύπτουν περίτρανα ότι το «σκάνδαλο» στην υπόθεση Βατοπαιδίου είναι η σκευωρία που με προκλητικό τρόπο στήθηκε για να διωχθούμε πολιτικά οι πρώην Υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας.
Σημαντικό είναι ότι τα δύο αδικήματα της απάτης και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος, που στην εκπνοή της Προκαταρκτικής Εξέτασης, απροκάλυπτα και παράνομα προσετέθησαν στο Πόρισμα της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, χωρίς προηγουμένως να κληθώ να δώσω σχετικές εξηγήσεις, προσέκρουσαν στην συντριπτική κατακραυγή όλων των κομμάτων και απορρίφθηκαν δια της ψηφοφορίας.
Καταγγέλλω, όμως, ότι παρόλα αυτά παραπέμπομαι με ένα αμφιλεγόμενο εκλογικό αποτέλεσμα 155 ψήφων υπέρ της παραπομπής μου για συναυτουργία και αυτουργία σε απιστία περί την υπηρεσία, που στηρίχθηκε:
- Στις 4 επιστολικές ψήφους που έγιναν αποδεκτές παρά την σχετική ένσταση για αντισυνταγματικότητα που ως διωκόμενος κατέθεσα, αλλά ουδόλως ελήφθη υπόψη, κατά παράβαση κάθε έννοιας ηθικής και Δικαίου στη λειτουργία του Κοινοβουλίου.
Θεωρώ ότι σε μία διαδικασία, που δεν είναι η συνήθης κοινοβουλευτική, κατά την οποία οι συνάδελφοί μου εκλήθησαν να ασκήσουν αποκλειστικά δικαστικά καθήκοντα, όσοι με έκριναν είχαν την υποχρέωση να ακούσουν τα επιχειρήματά μου και τις εισηγήσεις των κομμάτων πριν αποφασίσουν.
Παρά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των κομμάτων συναίνεσε στο σχετικό αίτημα, η κοινοβουλευτική πλειοψηφία αρνήθηκε κατηγορηματικά προκαλώντας σοβαρά ερωτήματα με τη στάση της.
Το επιχείρημα που επικαλέστηκε ο Πρόεδρος της Βουλής κ. Πετσάλνικος σε σχέση με το τι συνέβη στην υπόθεση Παυλίδη δεν είναι παρά προφάσεις, δεδομένου ότι ουδείς στην προκειμένη περίπτωση - και κυρίως όχι ο ίδιος ο διωκόμενος - έθεσαν αντίστοιχο αίτημα, προκειμένου αυτό να ληφθεί υπόψη.
-Στις αμφιλεγόμενες ψήφους του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ, που λειτούργησαν ως «δεκανίκια» στην κοινοβουλευτική πλειοψηφία και κάλυψαν τις σημαντικές εσωκομματικές «διαρροές» της κατά την ψηφοφορία, παραβιάζοντας με τη στάση τους κάθε έννοια δεοντολογίας και λειτουργώντας όχι με υπευθυνότητα και σοβαρότητα απέναντι στα δικαστικά καθήκοντα, που στην προκειμένη περίπτωση εκτελούσαν, αλλά προφανώς με βάση τις μικροκομματικές τους σκοπιμότητες κι επιδιώξεις.
Συγκεκριμένα, τα δύο κόμματα της Αριστεράς, δήλωσαν την επιθυμία να ψηφίσουν επί της συγκεκριμένης κατηγορίας που μου αποδόθηκε από την πλειοψηφία για συναυτουργία σε απιστία περί την υπηρεσία (άρθρο 256Π.Κ.), ανεξάρτητα από το ότι η δική τους πρόταση στο πόρισμα της Προκαταρκτικής ζητούσε την παραπομπή μου για αυτουργία σε απλή απιστία (άρθρο 390Π.Κ.) που είναι διαφορετικό αδίκημα.
Τα δύο κόμματα απέφυγαν να αναλάβουν τις σοβαρές ευθύνες τους στην περίπτωση αυτή και περιορίστηκαν να καλυφθούν πίσω από το απαράδεκτο επιχείρημα ότι «αναγκάζονται» να ψηφίσουν κάτι που δεν τους εκφράζει!
Χαρακτηριστικά εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ο κ. Δρίτσας, με τη σύμφωνη θέση του κ. Σκυλλάκου εκ μέρους του ΚΚΕ, δήλωσε: «Δε θέλουμε να απέχουμε της ψηφοφορίας, δε θέλουμε να ψηφίσουμε κάτι που δε μας εκφράζει, αντιλαμβανόμαστε ότι αυτή τη στιγμή δεν είναι δυνατόν να ανατραπεί αυτή η διατύπωση. .Αναγκαζόμαστε να ψηφίσουμε την καταγγελλόμενη πράξη υπ' αριθμόν 2 και ως προς την αυτουργία και ως προς την συναυτουργία. Δεν μας εκφράζει αυτό»!
Πέραν αυτών, καταγγέλλω ότι παραβιάστηκαν κατάφορα τα ανθρώπινα δικαιώματά μου και η νομιμότητα της εκλογικής διαδικασίας λόγω της απροκάλυπτης, νομικά και πολιτικά έωλης, προσβλητικής για τη σοβαρότητα της ψηφοφορίας αντίφασης σε ότι αφορά το αδίκημα για το οποίο κατηγορούμουν κι εν τέλει παραπέμπομαι στο Δικαστικό Συμβούλιο.
Ειδικότερα, επισημαίνω ότι:
Πρώτον, στο πόρισμα της πλειοψηφίας υπάρχει αντίφαση στην κατηγορία που μου αποδίδεται και στο σχετικό άρθρο του Ποινικού Κώδικα που αυτή επικαλείται.
Δεύτερον, παρά το ότι στο ψηφοδέλτιο ενεγράφη η κατηγορία για απιστία περί την υπηρεσία κατά συναυτουργία, στο περιεχόμενο της απόφασης που ελήφθη στην Ειδική Συνεδρίαση και ανακοινώθηκε από τον Πρόεδρο της Βουλής κ. Πετσάλνικο συμπεριελήφθη και ανακοινώθηκε η παραπομπή μου για άλλο αδίκημα, με την «άραγε» εκ νέου λάθος ή σκοπιμότητα διατύπωση των σχετικών άρθρων του Ποινικού Κώδικα;
Όλα αυτά αποκαλύπτουν το «θέατρο του παραλόγου» που διαδραματίστηκε χθες στη Βουλή και με ωθούν να νιώθω ανακούφιση για το ότι τελικός κριτής των πράξεών μου θα είναι η Δικαιοσύνη και όχι εκείνοι, που ενώ θα έπρεπε να προασπίζουν τους Κοινοβουλευτικούς θεσμούς, με τις πράξεις τους, δυστυχώς, οδηγούν στον ευτελισμό τους».